Η εξάπλωση της επιδημίας του κορονοϊού COVID-19 και τα έκτακτα μέτρα που έχουν ληφθεί, τις τελευταίες εβδομάδες, για την αντιμετώπισή του έχουν επηρεάσει εκτός από την καθημερινότητα καθενός από εμάς και την παγκόσμια οικονομία, δημιουργώντας μια νέα πραγματικότητα αυξημένης αβεβαιότητας και ανασφάλειας, μέσα στην οποία δημόσιες υπηρεσίες και επιχειρήσεις καλούνται να λειτουργήσουν. Ο αντίκτυπος της πανδημίας δεν έχει αφήσει ανεπηρέαστο και το πεδίο των δημοσίων συμβάσεων, όπου τόσο οι αναθέτουσες αρχές όσο και οι ανάδοχοι, ενόψει της πρωτόγνωρης και αδόκητης συνθήκης που ανέκυψε, βαδίζουν σε “άγνωστα νερά” ως προς τη διαδικασία που οφείλουν να ακολουθήσουν για τη σύννομη εξέλιξη της διαγωνιστικής διαδικασίας ή την εκπλήρωση των συμβατικών τους υποχρεώσεων.
Ι. Ρυθμίσεις που εισήχθησαν δυνάμει των Πράξεων Νομοθετικού Περιεχομένου
Μεταξύ των μέτρων που ελήφθησαν από τις πρώτες ημέρες επέλευσης του ιού, ήταν και συγκεκριμένες νομοθετικές παρεμβάσεις ως προς τις διαδικασίες ανάθεσης δημοσίων συμβάσεων επιβάλλοντας εκ των πραγμάτων σοβαρές ανατροπές στα μέχρι τώρα γνωστά δεδομένα και εισάγοντας παρεκκλίσεις στο πλέγμα διατάξεων του ν. 4412/2016, δυνάμει του οποίου ρυθμίζονται στην ελληνική έννομη τάξη οι δημόσιες συμβάσεις προμηθειών, υπηρεσιών και έργων. Σημειωτέον ότι το ενωσιακό δίκαιο δημοσίων συμβάσεων προβλέπει τη δυνατότητα εφαρμογής επειγόντων μέτρων αναγκαίων για την προστασία της δημόσιας ασφάλειας, της υγείας και της ζωής των ανθρώπων, υπό την προϋπόθεση ότι τα μέτρα αυτά είναι σύμφωνα προς τη Συνθήκη για τη Λειτουργία της ΕΕ.
Με τις κάτωθι Πράξεις Νομοθετικού Περιεχομένου εισήχθησαν ειδικές και προσωρινού χαρακτήρα παρεμβάσεις στο δίκαιο των δημοσίων συμβάσεων, οι οποίες, ακροθιγώς, συνίστανται στις εξής ρυθμίσεις:
Α. Δυνάμει της ΠΝΠ της 11.03.2020 (ΦΕΚ Α/55/11.3.2020) προβλέφθηκε ότι οποιαδήποτε αναθέτουσα αρχή αρμοδιότητας ή εποπτείας του Υπουργείου Οικονομικών (και η ΑΑΔΕ), του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων και του Υπουργείου Τουρισμού δύναται, από την έναρξη ισχύος της ως άνω Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου και για έξι μήνες (ή 4 κατά περίπτωση), κι εφόσον εξακολουθεί να υφίσταται άμεσος κίνδυνος εμφάνισης και διάδοσης του κορονοϊού COVID-19, να διενεργεί τις διαδικασίες προμήθειας ειδών ατομικής υγιεινής ή συλλογικής προστασίας, τις διαδικασίες παροχής υπηρεσιών, ιδίως απολύμανσης, καθώς και την προμήθεια εξοπλισμού και λογισμικού για την υποστήριξη των αναγκών της εξ αποστάσεως εκπαίδευσης με απευθείας ανάθεση, κατά παρέκκλιση κάθε σχετικής διάταξης της νομοθεσίας περί δημοσίων συμβάσεων. Προβλέπεται δε η υποχρέωση ανάρτησης πρόσκλησης για την υποβολή προσφορών στην ιστοσελίδα κάθε μίας από τις ανωτέρω αναθέτουσες αρχές για χρονικό διάστημα τριών (3) ημερών και ορίζεται ως κριτήριο ανάθεσης η χαμηλότερη τιμή. Ειδικά για το Υπουργείο Ψηφιακής Διακυβέρνησης η διαδικασία της απευθείας ανάθεσης αφορά στη σύναψη συμβάσεων προμηθειών και παροχής υπηρεσιών, μέχρι του ποσού των εξήντα χιλιάδων (60.000) ευρώ, ενώ όσον αφορά στους Δήμους, τις Περιφέρειες και τα νομικά τους πρόσωπα, κατά το χρονικό διάστημα αναστολής λειτουργίας των υπηρεσιών τους, δύνανται να αναθέτουν δημόσιες συμβάσεις για προμήθειες υλικού και υπηρεσιών για την αντιμετώπιση του κορονοϊού COVID-19 προσφεύγοντας στη διαδικασία διαπραγμάτευσης, χωρίς προηγούμενη δημοσίευση, κατά την περ. γ’ της παρ. 2 του άρθρου 32 του ν. 4412/2016.
Β. Δυνάμει της ΠΝΠ της 14.03.2020 (ΦΕΚ Α/64/2020) θεσπίστηκε η δυνατότητα για ορισμένες δημόσιες συμβάσεις του Υπουργείου Ανάπτυξης και Επενδύσεων να διενεργούνται διαδικασίες προμηθειών με τη διαδικασία της απευθείας ανάθεσης. Παράλληλα, ειδικές ρυθμίσεις θεσπίστηκαν για την άμεση αγορά με πρόσκληση ανταλλακτικών ασθενοφόρων και ιατροτεχνολογικού εξοπλισμού από το Εθνικό Κέντρο Άμεσης Βοήθειας (Ε.Κ.Α.Β.), ενώ και ο Ε.Ο.Δ.Υ. δύναται, κατά παρέκκλιση των κείμενων εθνικών διατάξεων, να συνάπτει συμβάσεις για την απευθείας ανάθεση σε τρίτους ιδιωτικούς φορείς παροχής υπηρεσιών υγείας (διαγνωστικών εργαστηρίων). Πέραν τούτων, κάθε αναθέτουσα αρχή δύναται να προβαίνει στη διαδικασία της απευθείας ανάθεσης για την παροχή υπηρεσιών καθαριότητας, απολύμανσης και φύλαξης των κτιρίων που υπάγονται στην αρμοδιότητά της, καθώς και για την προμήθεια των απαραίτητων υλικών, υπηρεσιών, λογισμικού και εξοπλισμού πληροφορικής για την επίτευξη της εξ αποστάσεως παροχής εργασίας με τη χρήση ηλεκτρονικών μέσων των υπαλλήλων της και την πραγματοποίηση τηλεδιασκέψεων.
Γ. Δυνάμει της ΠΝΠ της 20.03.2020 (ΦΕΚ A/68/2020) επεκτάθηκαν οι έκτακτες ρυθμίσεις για την απευθείας ανάθεση δημοσίων συμβάσεων και στους φορείς του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων (και μέχρι του ποσού των 60.000 ευρώ ανά σύμβαση) για την ηλεκτρονική υποστήριξη νέων πλατφορμών για ενίσχυση εργοδοτών, εργαζομένων, ανέργων, κ.τ.λ.
Επιπρόσθετα, δόθηκε η δυνατότητα με απόφαση του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού ή οργάνου να λάβει χώρα α) αναβολή διενέργειας δημόσιων διαγωνισμών, β) παράταση της ημερομηνίας υποβολής αιτήσεων συμμετοχής ή προσφορών, στις περιπτώσεις που έχει ήδη δημοσιευθεί προκήρυξη κατά την έναρξη ισχύος της ως άνω ΠΝΠ, γ) αναστολή κάθε προθεσμίας που αφορά δημόσιες συμβάσεις, ανεξάρτητα από το στάδιο ανάθεσης ή εκτέλεσης αυτών και δ) η χορήγηση παράτασης κάθε είδους συμβατικών προθεσμιών, για χρονικό διάστημα που θα καθορίζεται με την οικεία απόφαση.
Η ανωτέρω διάταξη επιτρέπει την αναβολή της διενέργειας διαγωνισμών που δεν έχουν ακόμη ξεκινήσει ή των οποίων εκκίνησε η δημοσίευση, δεν έλαβε όμως ακόμη αποσφράγιση προσφορών. Παράλληλα, επιτρέπει στις αναθέτουσες αρχές να προβούν στην αναστολή ή και σε παράταση κάθε προθεσμίας που προβλέπεται στο ν. 4412/2016 ανεξαρτήτως του σταδίου στο οποίο εκκρεμεί εκάστοτε διαδικασία ανάθεσης δημόσιας σύμβασης.
Αξιοσημείωτη επίσης είναι η επισήμανση ότι τα ανωτέρω εργαλεία ευελιξίας ως προς τις διαδικασίες ανάθεσης δημοσίων συμβάσεων χορηγούνται όχι μόνο στις αναθέτουσες αρχές αλλά και στους αναθέτοντες φορείς.
Δ. Δυνάμει της ΠΝΠ της 25.02.2020 (ΦΕΚ Α/42/25.02.2020) προβλέφθηκε ότι το Ινστιτούτο Φαρμακευτικής Έρευνας και Τεχνολογίας Α.Ε, η ΕΚΑΠΥ και οποιαδήποτε αναθέτουσα αρχή αρμοδιότητας ή εποπτείας του Υπουργείου Υγείας δύναται να διενεργεί και για χρονικό διάστημα τεσσάρων (4) μηνών, διαδικασίες προμήθειας κατά παρέκκλιση όλων των κείμενων εθνικών διατάξεων περί δημοσίων συμβάσεων για την αγορά υγειονομικού υλικού, ατομικών μέτρων προστασίας και φαρμάκων.
ΙΙ. Συνέπειες της εξάπλωσης του κορονοϊού στη διεξαγωγή των δημοσίων συμβάσεων εκτός του βεληνεκούς των ΠΝΠ
Πέραν των ως άνω περιπτώσεων που ρυθμίζονται από τις προεκτεθείσες Πράξεις Νομοθετικού Περιεχομένου ανά Υπουργείο και ανά είδος συμβάσεως, ανοικτό παραμένει το ζήτημα αντιμετώπισης των λοιπών διαδικασιών ανάθεσης δημοσίων συμβάσεων, που δεν καταλαμβάνονται από τις παραπάνω διατάξεις, αλλά σχετίζονται με την αντιμετώπιση των συνεπειών του κορονοϊού COVID-19 και την αποτροπή περαιτέρω διάδοσής του.
Κατ’ αρχάς, είναι σαφές ότι αποκλείεται οποιαδήποτε αναλογική εφαρμογή των προβλέψεων των ΠΝΠ, καθώς είναι ξεκάθαρο, τόσο από την ίδια τη συνταγματική φύση των ΠΝΠ όσο και από το ενωσιακό δίκαιο των δημοσίων συμβάσεων, ότι οι ρυθμίσεις αυτές είναι όλως εξαιρετικές και αφορούν σε περιοριστικά αναφερόμενες περιπτώσεις.
Κατά συνέπεια, οφείλουμε να στραφούμε στις διατάξεις του ενωσιακού και εθνικού δίκαιου περί δημοσίων συμβάσεων για την αναζήτηση λύσεων σε περιπτώσεις έκτακτες και απρόβλεπτες, όπως οι παρούσες συνθήκες.
Έτσι, σύμφωνα με τα άρθρα 27, 28 και 32 του ν. 4412/2016, οι αναθέτουσες αρχές, κατά την ανάθεση συμβάσεων για την αντιμετώπιση του κορονοϊού COVID-19 και την αποτροπή περαιτέρω διάδοσής του, οι οποίες, είτε υπερβαίνουν τα κατώτατα όρια εφαρμογής των Οδηγιών, είτε παρουσιάζουν βέβαιο διασυνοριακό ενδιαφέρον, διατηρούν τις ακόλουθες δυνατότητες:
– Χρήση της ανοικτής ή κλειστής διαδικασίας με συντετμημένες προθεσμίες (άρθρα 27 παρ. 4 και 28 παρ. 7 του ν. 4412/2016). Στην περίπτωση αυτή, οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να επιλέξουν την “επισπευσμένη κλειστή διαδικασία”, στο πλαίσιο της οποίας προθεσμίες είναι 15 ημέρες για την υποβολή αίτησης συμμετοχής και 10 ημέρες για την υποβολή προσφοράς. Θεσπίζεται, επιπλέον, “επισπευσμένη ανοικτή διαδικασία”, προβλέποντας ότι η προθεσμία για την υποβολή των προσφορών μπορεί να συντμηθεί σε 15 ημέρες σε περιπτώσεις δεόντως αιτιολογημένης έκτακτης ανάγκης.
– Χρήση της διαδικασίας με διαπραγμάτευση χωρίς δημοσίευση προκήρυξης, εφόσον δεν είναι δυνατόν να τηρηθούν ούτε οι ως άνω προθεσμίες της επισπευσμένης ανοικτής ή κλειστής διαδικασίας, για την αντιμετώπιση των κατεπειγουσών αναγκών τους στο απολύτως αναγκαίο μέτρο (άρθρο 32 παρ. 2 περ. γ’ του ν. 4412/2016).
Η διάταξη του άρθρου 32 παρ 2 περ. γ της Οδηγίας 2014/24 για τις δημόσιες συμβάσεις, η οποία έχει εισαχθεί αυτούσια στο αντίστοιχο άρθρο του ν. 4412/2016, προβλέπει τη δυνατότητα προσφυγής στη διαδικασία διαπραγμάτευσης χωρίς προηγούμενη δημοσίευση, εφόσον συντρέχει περίπτωση κατεπείγουσας ανάγκης οφειλόμενη σε γεγονότα απρόβλεπτα για την αναθέτουσα αρχή. Η διάταξη εισάγει δύο δικλείδες ασφαλείας: (α) να είναι απολύτως απαραίτητη η προμήθεια, υπηρεσία ή το έργο και (β) να αιτιολογείται η συνδρομή κατεπείγουσας ανάγκης, η οποία να μην απορρέει από ευθύνη της ίδιας της αναθέτουσας αρχής.
Σε σχέση με την ως άνω διάταξη, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή σε σχετική ανακοίνωσή της έχει επισημάνει ότι η διαδικασία με διαπραγμάτευση χωρίς δημοσίευση θα πρέπει να εξακολουθήσει να γίνεται κατ’ εξαίρεση και ταυτόχρονα να τεκμηριώνεται ότι δεν μπορεί να τηρηθεί ούτε η συντετμημένη προθεσμία παραλαβής προσφορών λόγω κατεπείγοντος. Υπενθυμίζει, μάλιστα, ότι η διαδικασία αυτή δεν επιτρέπει την απευθείας ανάθεση σε προεπιλεγμένο οικονομικό φορέα, αλλά επιτρέπει στις αναθέτουσες αρχές να διαπραγματεύονται απευθείας με τους δυνητικούς αναδόχους, με μόνη εξαίρεση την περίπτωση που ένας τέτοιος φορέας είναι σε θέση να εκτελέσει τη σύμβαση εντός των τεχνικών και χρονικών περιορισμών που επιβάλλονται από τον κατεπείγοντα χαρακτήρα τις κατάστασης.
Επιπλέον, στο πλαίσιο αυτό, η Ενιαία Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Συμβάσεων (απόφαση Προέδρου με αριθ. 29/12.03.2020) αποφάσισε ότι η ανάγκη αποτροπής της εξάπλωσης του κορονοϊού και οι ειδικές ανάγκες που έχουν προκύψει σε συνέχεια εμφάνισης κρουσμάτων του εν λόγω ιού στην Ελλάδα συνιστούν γεγονότα εντασσόμενα στην έννοια της ανωτέρας βίας. Κατά συνέπεια, δημόσιες συμβάσεις άνω των ορίων που ανατίθενται σύμφωνα με τα άρθρα 32 παρ. 2 περ. γ και 269 περ. δ του ν. 4412/2016 και το αντικείμενο των οποίων συνέχεται άμεσα με τα μέτρα αποφυγής της διάδοσης του κορονοϊού δύνανται να συνάπτονται χωρίς την προηγούμενη σύμφωνη γνώμη της Ε.Α.Α.ΔΗ.ΣΥ.
Διευκρινίζεται, ωστόσο, ότι η προσφυγή στην εξαιρετική αυτή διαδικασία νομιμοποιείται μόνο για τις ποσότητες και για το χρονικό διάστημα που είναι πράγματι αναγκαία για την άμεση αντιμετώπιση της έκτακτης περίστασης.
ΙΙΙ. Συνέπειες της εξάπλωσης του κορονοϊού και των αναγκαστικών μέτρων που επιβλήθηκαν στις υπό εκτέλεση δημόσιες συμβάσεις
Παρά τις ως άνω εξαιρετικές ρυθμίσεις και τις δυνατότητες που προσφέρει το εθνικό κανονιστικό πλαίσιο, επισημαίνεται ότι, μέχρι στιγμής, δεν έχει ληφθεί πρόνοια ούτε έχουν θεσμοθετηθεί ειδικές διατάξεις σε σχέση με τις συνέπειες της εξάπλωσης του κορονοϊού και των αναγκαστικών μέτρων που επιβλήθηκαν στις υπό εκτέλεση δημόσιες συμβάσεις, ιδίως, στην περίπτωση όπου αυτές δεν επηρεάζονται άμεσα, αλλά έμμεσα από την επιδημία και τα αναγκαστικά μέτρα για την αντιμετώπισή της. Χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι οι συμβάσεις σίτισης των λεσχών και εστιατορίων των Πανεπιστημιακών Ιδρυμάτων, των οποίων έχει ανασταλεί η λειτουργία.
Το “κενό” αυτό μπορεί μόνο εν μέρει να καλυφθεί από τη δυνατότητα που δίδεται με την από 20.03.2020 ΠΝΠ για χορήγηση παράτασης κάθε είδους συμβατικών προθεσμιών, κι αυτό διότι μια τέτοια πρωτοβουλία δεν δύναται να λάβει χώρα δίχως την έκδοση υπουργικής απόφασης ή απόφασης του αρμόδιου οργάνου, είναι δε αδύνατο να ληφθούν υπόψη οι ιδιαιτερότητες και οι συγκεκριμένες ανάγκες που έχουν προκύψει ως προς την κάθε σύμβαση. Υπό αυτά τα δεδομένα, τίθεται το ζήτημα εάν ο ν. 4412/2016 εμπεριέχει ρυθμίσεις για την αντιμετώπιση των προβλημάτων που προκύπτουν ως προς τις υπό εκτέλεση δημόσιες συμβάσεις.
Ως συναφείς με το ως άνω ερώτημα εντοπίζονται οι διατάξεις των άρθρων 132 και 133 του ν. 4412/2016, οι οποίες προβλέπουν τη δυνατότητα τροποποίησης και μονομερούς λύσης δημόσιας σύμβασης.
Συγκεκριμένα, η παρ. 1 του άρθρου 132 του ν. 4412/2016 προβλέπει ότι οι συμβάσεις μπορούν να τροποποιούνται χωρίς νέα διαδικασία σύναψης σύμβασης όταν, μεταξύ άλλων, οι τροποποιήσεις προβλέπονται σε σαφείς, ακριβείς και ρητές ρήτρες αναθεώρησης στα αρχικά έγγραφα της σύμβασης, που κάνουν αναφορά στο αντικείμενο και στη φύση των ενδεχόμενων τροποποιήσεων, καθώς και στους όρους υπό τους οποίους μπορούν να ενεργοποιηθούν, αρκεί οι τροποποιήσεις αυτές να μην μεταβάλουν τη συνολική φύση της σύμβασης. Αξίζει να σημειωθεί ότι το άρθρο 132 του ν. 4412/2016, δυνάμει του οποίου ενσωματώθηκε στο εθνικό δίκαιο το άρθρο 72 της Οδηγίας 2014/24/ΕΕ, έχει εισαγάγει μία σημαντική καινοτομία –σε σχέση με το προϊσχύσαν δίκαιο των δημοσίων συμβάσεων- προβλέποντας ειδικές ρυθμίσεις όσον αφορά στην τροποποίηση των δημοσίων συμβάσεων κατά τη διάρκεια εκτέλεσής τους, αποκωδικοποιώντας την έως τότε νομολογία του ΔΕΕ.
Εκτός της ως άνω δυνατότητας, προβλέπεται, επιπρόσθετα, στην περίπτωση γ) του ίδιου άρθρου η τροποποίηση των συμβάσεων, όταν πληρούνται σωρευτικά οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
Α) η ανάγκη για την τροποποίηση θα πρέπει να οφείλεται σε απρόβλεπτες περιστάσεις, τις οποίες δεν μπορούσε να προβλέψει μία επιμελής αναθέτουσα αρχή κατά τον αρχικό σχεδιασμό της διαδικασίας ανάθεσης, ώστε να τις συμπεριλάβει στα αρχικά έγγραφα της σύμβασης.
Β) η συνολική φύση της αρχικής σύμβασης δεν θα πρέπει να μεταβάλλεται, υπό την έννοια της αλλοίωσης του αντικειμένου της τροποποιητικής σύμβασης, σε σχέση με το αντικείμενο της τροποποιούμενης αρχικής και
Γ) το αντικείμενο της τροποποιητικής σύμβασης απαγορεύεται να υπερβεί το πενήντα της εκατό (50%) της αξίας της αρχικής σύμβασης.
Σε κάθε περίπτωση δε, οι επακόλουθες τροποποιήσεις που επιφέρει η τροποποιητική σύμβαση, δεν πρέπει να αποσκοπούν στην αποφυγή εφαρμογής των διατάξεων του Ν. 4412/2016.
Σε πρώτο στάδιο εξετάζεται, επομένως, αν η δυνατότητα τροποποίησης προβλέπεται σε υφιστάμενη ρήτρα της σύμβασης, οπότε και τηρούνται πιστά τα προβλεπόμενα από την ίδια τη σύμβαση, σύμφωνα και με το άρθρο 132 παρ. 1 περίπτωση α) του ν. 4412/2016.
Εφόσον μια τέτοια ρήτρα δεν υφίσταται, είναι εξεταστέο, σε δεύτερο στάδιο, εάν είναι δυνατή η εφαρμογή της περίπτωσης γ) του ίδιου άρθρου, υπό τις προϋποθέσεις που αναφέρθηκαν ανωτέρω.
Όσον αφορά δε στην αόριστη έννοια των “απρόβλεπτων περιστάσεων”, έχει κριθεί (βλ. υπ’ αριθμ. 55/2019 απόφαση ΕΑΠΠ) ότι ως τέτοια νοούνται εκείνα τα αιφνίδια πραγματικά γεγονότα, τα οποία, ακριβώς επειδή δεν ήταν γνωστά στην αναθέτουσα αρχή, ούτε ανάγονται στη σφαίρα της ευθύνης της, καθιστούσαν ανέφικτο τον έγκαιρο προγραμματισμό και τη λήψη των αναγκαίων για την αντιμετώπισή τους μέτρων. Πρόκειται δηλαδή, για όλως έκτακτα και ασυνήθιστα γεγονότα, που αντικειμενικά δεν ήταν δυνατόν να προβλεφθούν σύμφωνα με τους κανόνες και τα διδάγματα της ανθρώπινης πείρας και λογικής, είναι δε ανεξάρτητα της βούλησης της αναθέτουσας αρχής και δεν πρέπει να απορρέουν από έλλειψη προγραμματισμού και επιμέλειας αυτής. Για το λόγο αυτό, θα πρέπει η απόφαση της αναθέτουσας αρχής να φέρει πλήρη και ειδική αιτιολογία, τεκμηριώνοντας τους λόγους για τους οποίους προσφεύγει σε αυτή την εξαιρετική διαδικασία.
Τέλος, για τις περιπτώσεις που εκφεύγουν του κανονιστικού πεδίου του άρθρου 132 και εφόσον η σύμβαση, ενόψει των έκτακτων συνθηκών, έχει υποστεί ουσιώδη τροποποίηση, που θα απαιτούσε νέα διαδικασία σύναψης σύμβασης, στο άρθρο 133 του ν. 4412/2016 προβλέπεται και η δυνατότητα μονομερούς λύσης της σύμβασης για τις αναθέτουσες αρχές, οι οποίες μπορούν, υπό τις προϋποθέσεις που ορίζουν οι κείμενες διατάξεις, να καταγγέλλουν μια δημόσια σύμβαση κατά τη διάρκεια της εκτέλεσής της.
Καταλήγουμε, επομένως, στο συμπέρασμα ότι για τις υπό εκτέλεση συβάσεις, η ομαλή εξέλιξη των οποίων έχει επηρεαστεί από τις συντρέχουσες περιστάσεις, είναι δυνατή η τροποποίησή τους και σε εξαιρετικές περιπτώσεις και η διακοπή τους, υπό τους όρους, βέβαια, των διατάξεων των άρθρων 132 και 133 του ν. 4412/2016, αλλά και των ειδικότερων όρων που περιέχονται σε κάθε δημόσια σύμβαση.
Τα παραπάνω ισχύουν, βέβαια, με την επιφύλαξη ότι δεν έχει γίνει εφαρμογή (όπου αυτό είναι εφικτό) της δυνατότητας για παράταση ή αναστολή των σχετικών προθεσμιών, κατόπιν αποφάσεως του αρμόδιου Υπουργού ή του αρμόδιου οργάνου, σύμφωνα με την από 20.03.2020 ΠΝΠ.
IV. Αντί επιλόγου
Η επέλαση του κορονοϊού έχει αδιαμφισβήτητα ενεργοποιήσει την εφαρμογή στο πλαίσιο των συμβατικών ενοχών των εννοιών της “ανωτέρας βίας” και των “κατεπειγόντων λόγων που οφείλονται σε απρόβλεπτα γεγονότα”. Ήδη με τη διάταξη του άρθρου εξηκοστού της από 20.3.2020 Π.Ν.Π. (ΦΕΚ Α΄ 68) προβλέπεται η δυνατότητα των αναθετουσών αρχών και αναθετόντων φορέων να αναβάλλουν τη διεξαγωγή διαγωνισμών για την ανάθεση δημοσίων συμβάσεων, να παρατείνουν την καταληκτική ημερομηνία αιτήσεων συμμετοχής ή προσφορών στο πλαίσιο διαγωνιστικών διαδικασιών, να αναστέλλουν αυτοδίκαια, για ορισμένο χρόνο, κάθε προθεσμία που προβλέπεται στο νομικό πλαίσιο ανάθεσης και εκτέλεσης των συμβάσεων και να παρατείνουν τις συμβατικές προθεσμίες που αφορούν στην εκτέλεση δημοσίων συμβάσεων.
Το ισχύον θεσμικό πλαίσιο περί δημοσίων συμβάσεων παρέχει επαρκή εργαλεία για την τροποποίηση εκκρεμών συμβάσεων. Εναπόκειται στις αναθέτουσες αρχές και στους αντισυμβαλλομένους τους να προβούν σε ορθή εφαρμογή των υφιστάμενων νομοθετικών εργαλείων και με πλήρως τεκμηριωμένες αποφάσεις να προβούν στις αναγκαίες τροποποιήσεις για την αντιμετώπιση των απρόβλεπτων αναγκών και αδόκητων συνεπειών της πρωτοφανούς αυτής κρίσης.